lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μήτρα στα δανική

Λέξη:
μήτρα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
livmoder, livmor, uterus, barm, bryst, fang, skjød
Σχετικές λέξεις:
δανική μήτρα, μήτρα του ansoff, μήτρα στρατηγικού σχεδιασμού, μήτρα στην εγκυμοσύνη, μήτρα στα αγγλικά, μήτρα σε σχήμα καρδιάς, μήτρα στα δανική, livmoder στα ελληνικά
μήτρα στα δανική