lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μισθός στα δανική

Λέξη:
μισθός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (12):
belønning, betaling, gage, gase, gratiale, honorar, hyre, løn, lønne, lønning, sold, timeløn
Σχετικές λέξεις:
δανική μισθός, μισθός υπαλλήλου γραφείου 2014, μισθός τιμή και κέρδος, μισθός μενεγάκη, μισθός καθηγητή πανεπιστημίου, μισθός εεδιπ, μισθός στα δανική, belønning στα ελληνικά
μισθός στα δανική