lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μισθός στα πορτογαλικά

Λέξη:
μισθός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
ordenado, salário, paga, pagamento, pago, trimestre
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μισθός, μισθός υπαλλήλου γραφείου 2014, μισθός τιμή και κέρδος, μισθός μενεγάκη, μισθός καθηγητή πανεπιστημίου, μισθός εεδιπ, μισθός στα πορτογαλικά, ordenado στα ελληνικά
μισθός στα πορτογαλικά