lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλέω στα δανική

Λέξη:
πλέω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
navigere, senile
Σχετικές λέξεις:
δανική πλέω, πλέω χρονικη αντικατασταση, πλέω συνώνυμο, πλέω παραγωγα, πλέω μεθ' ορμής ακαθέκτου, πλέω κλιση αρχαια, πλέω στα δανική, navigere στα ελληνικά
πλέω στα δανική