lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σάρκα στα δανική

Λέξη:
σάρκα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
kød, korpus, krop, legeme, materie, torso
Σχετικές λέξεις:
δανική σάρκα, σάρκα στο ζώο, σάρκα πολυχρονάκης δημήτρης, σάρκα με σάρκα, σάρκα μία, σάρκα και ψυχή, σάρκα στα δανική, kød στα ελληνικά
σάρκα στα δανική