lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαματάς στα δανική

Λέξη:
σαματάς (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (20):
alarm, brus, brøk, bulder, dur, gny, larm, legen, liv, rabalder, råb, skrig, skrål, stim, styr, ståhej, støj, sus, tumult, vræle
Σχετικές λέξεις:
δανική σαματάς, σαματάς στην ορμυλια, σαματάς μηνάς, μάνος σαματάς, σαματάς στα δανική, alarm στα ελληνικά
σαματάς στα δανική