lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκρότημα στα δανική

Λέξη:
συγκρότημα (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (18):
aggregat, band, bande, bundt, gruppe, gruppering, hold, hop, klase, klynge, lag, patrulje, samling, skare, skokke, stim, team, troppo
Σχετικές λέξεις:
δανική συγκρότημα, συγκρότημα τσαλαπάτα, συγκρότημα σπυριδούλα, συγκρότημα παραγωγής σκυροδέματος, συγκρότημα ουζιέλ, συγκρότημα νύμφες, συγκρότημα στα δανική, aggregat στα ελληνικά
συγκρότημα στα δανική