lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκρότημα στα γερμανικά

Λέξη:
συγκρότημα (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (26):
anhäufung, bund, bündel, cluster, einheit, ensemble, formation, ganze, gruppe, gruppierung, haufe, haufen, heer, horde, kollektiv, mannschaft, rotte, schar, schwarm, schwärm, stallungen, syndrom, team, truppe, verbindung, zusammensetzung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά συγκρότημα, συγκρότημα τσαλαπάτα, συγκρότημα σπυριδούλα, συγκρότημα παραγωγής σκυροδέματος, συγκρότημα ουζιέλ, συγκρότημα νύμφες, συγκρότημα στα γερμανικά, anhäufung στα ελληνικά
συγκρότημα στα γερμανικά