lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σύζυγος στα δανική

Λέξη:
σύζυγος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (14):
fedt, fru, frue, gemal, hustru, kone, man, mand, partner, pasta, talg, viv, ægtefælle, ægtemand
Σχετικές λέξεις:
δανική σύζυγος, σύζυγος τσιβιλίκα, σύζυγος τσίπρα, σύζυγος του ρομπέρτο, σύζυγος του λωτ, σύζυγος ρομπέρτο, σύζυγος στα δανική, fedt στα ελληνικά
σύζυγος στα δανική