lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: διακρίσεις

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
discrimination
διακρίσεις
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erkennen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
orientering
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
discernir
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
discernement, discerner
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
orientering, overblikk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ориентировка, осведомленность, осведомлённость
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
belátás
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
rozeznanie

Σχετικές λέξεις

διακρίσεις των νόμων, διακρίσεις διοικητικών πράξεων, διακρίσεις cabinetry on-line, διακρίσεις λόγω ηλικίας, διακρίσεις εις βάρος των γυναικών στην ελλάδα, διακρίσεις εγκλημάτων, διακρίσεις στο δημόσιο, διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, διακρίσεισ στο χώρο εργασίασ, διακρίσεις δικαίου