lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλήθος στα ιταλικά

Λέξη:
πλήθος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (18):
ammasso, calca, catasta, cumulo, folla, massa, mole, moltitudine, mucchio, piena, pistone, pluralità, quantità, ressa, stantuffo, stuolo, torma, turba
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά πλήθος, πλήθος τούρκων στην κωνσταντινούπολη τα βάζουν με έλληνα ο οποίος τύγχανε να είναι μποξέρ, πλήθος τούρκων στην κωνσταντινούπολη τα βάζουν με έλληνα, πλήθος συνώνυμα, πλήθος προσόψεων, πλήθος πιστωτικών τιμολογίων παρακρατήσεων, πλήθος στα ιταλικά, ammasso στα ελληνικά
πλήθος στα ιταλικά