lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλήθος στα σουηδικά

Λέξη:
πλήθος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (10):
pluralitet, mängd, svärm, skare, pistong, ansamling, folkmängd, hop, menade, mobb
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά πλήθος, πλήθος τούρκων στην κωνσταντινούπολη τα βάζουν με έλληνα ο οποίος τύγχανε να είναι μποξέρ, πλήθος τούρκων στην κωνσταντινούπολη τα βάζουν με έλληνα, πλήθος συνώνυμα, πλήθος προσόψεων, πλήθος πιστωτικών τιμολογίων παρακρατήσεων, πλήθος στα σουηδικά, pluralitet στα ελληνικά
πλήθος στα σουηδικά