lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ταπεινώνω στα ιταλικά

Λέξη:
ταπεινώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (13):
abbassare, avvilire, calare, calo, declinare, degradare, diminuire, diminuzione, mortificare, ribassare, ribasso, scemare, umiliare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ταπεινώνω, ταπεινώνω στα ιταλικά, abbassare στα ελληνικά
ταπεινώνω στα ιταλικά