lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κάπρος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
boar, wild
κάπρος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
divočák
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eber, wildeber, wildschwein
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
galte, orne
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
jabalí, verraco
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
quartanier, sanglier
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cinghiale
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
galte, villsvin
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
кабан
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vildsvin
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
вяпрук
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
vaddisznó, vadkan
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
šernas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cerdo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кабан, кабане, свиня
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
dzik, odyniec

Σχετικές λέξεις

κάπρος εμπ, κάπρος του ερύμανθου, κάπρος παντελής, κάπρος του αυγεία, κάπρος σεραφείμ, καλυδώνιος κάπρος, ηρακλήσ κάπροσ