lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόθεμα στα λευκορωσίας

Λέξη:
απόθεμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
запас, рэсурс
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας απόθεμα, απόθεμα χρυσού, απόθεμα της βιόσφαιρας, απόθεμα συνώνυμο, απόθεμα παγίου κεφαλαίου, απόθεμα ορισμός, απόθεμα στα λευκορωσίας, запас στα ελληνικά
απόθεμα στα λευκορωσίας