lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δημητριακό στα λευκορωσίας

Λέξη:
δημητριακό (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
зерне, зярно, пшанiца
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας δημητριακό, δημητριακό το «ζεα», δημητριακό το, δημητριακό της ασίας, δημητριακό ντίνκελ, δημητριακό ζειά, δημητριακό στα λευκορωσίας, зерне στα ελληνικά
δημητριακό στα λευκορωσίας