lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δημητριακό στα ουκρανικά

Λέξη:
δημητριακό (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (14):
борошно, збіжжя, зернина, зернину, зерно, зерновий, зерня, кукурудза, пшениця, пшеничний, серцевина, хліб, ягода, ядро
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δημητριακό, δημητριακό το «ζεα», δημητριακό το, δημητριακό της ασίας, δημητριακό ντίνκελ, δημητριακό ζειά, δημητριακό στα ουκρανικά, борошно στα ελληνικά
δημητριακό στα ουκρανικά