lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πυρετώδης στα λευκορωσίας

Λέξη:
πυρετώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
гарачкавы, ліхаманкавы, трасцавы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας πυρετώδης, πυρετώδης στα λευκορωσίας, гарачкавы στα ελληνικά
πυρετώδης στα λευκορωσίας