lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαλιγκάρι στα λευκορωσίας

Λέξη:
σαλιγκάρι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
куклянка, слімак, сьлiмак, улітка
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας σαλιγκάρι, σαλιγκάρι τραγούδι, σαλιγκάρι στο νηπιαγωγείο, σαλιγκάρι στα αγγλικά, σαλιγκάρι παιχνίδι, σαλιγκάρι ονειροκρίτης, σαλιγκάρι στα λευκορωσίας, куклянка στα ελληνικά
σαλιγκάρι στα λευκορωσίας