lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυλακισμένος στα λιθουανική

Λέξη:
φυλακισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (2):
belaisvis, kalinys
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική φυλακισμένος, φυλακισμένοσ κόσμοσ, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας θεσσαλονικη, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας, φυλακισμένος άφησε εγκύους τέσσερις δεσμοφύλακες, ονειροκρίτης φυλακισμένος, φυλακισμένος στα λιθουανική, belaisvis στα ελληνικά
φυλακισμένος στα λιθουανική