lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: νευρικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fidget, fidgety, flurry, goosy, jumpy, nerve-racking, nervous, neural, overwrought, pressured, squeamish, tremulous
νευρικός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
nervózní
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nervös, nervösen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
nervøs, pirrelig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
nervioso
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ganglion, nerveux
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nervoso
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nervøs, pirrelig
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
нервный, нервозен, нервозный, слабонервный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nervös
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
нервовы
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ideg
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nervoso
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
метушливий, нервовий, нервуючий
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
nerwowy

Σχετικές λέξεις

νευρικός εραστής, νευρικός ιστός, νευρικός κλονισμός, νευρικός βήχας, νευρικός σωλήνας, νευρικός κλονισμός θεραπεία, νευρικός κλονισμός ορισμός, νευρικός κλονισμός συμπτώματα, νευρικός άνθρωπος, νευρικός σύζυγος