lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλάνθαστος στα νορβηγικά

Λέξη:
αλάνθαστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (8):
usvikelig, uunngåelig, ufeilbar, pålitelig, sæter, sikker, trygg, viss
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αλάνθαστος, ουδείς αλάνθαστος, αλάνθαστοσ συνώνυμα, αλάνθαστος στα νορβηγικά, usvikelig στα ελληνικά
αλάνθαστος στα νορβηγικά