lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενάρετος στα νορβηγικά

Λέξη:
ενάρετος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
just, real, rettferdig, behørig, rett, riktig, rimelig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ενάρετος, ενάρετος συνώνυμα, ενάρετος κύκλος, ενάρετος στα νορβηγικά, just στα ελληνικά
ενάρετος στα νορβηγικά