lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευκίνητος στα νορβηγικά

Λέξη:
ευκίνητος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (12):
dyktig, effektiv, fiffig, flink, habil, hendig, hurtig, klok, pigg, slug, smidig, vig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ευκίνητος, ευκίνητος στα νορβηγικά, dyktig στα ελληνικά
ευκίνητος στα νορβηγικά