lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νεφελώδης στα νορβηγικά

Λέξη:
νεφελώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
dim, grumlig, grumset, mørk, okular, skum, sløv
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά νεφελώδης, νεφελώδησ λεοπάρδαλη, νεφελώδης καιρός, νεφελώδης στα νορβηγικά, dim στα ελληνικά
νεφελώδης στα νορβηγικά