lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νεφελώδης στα δανική

Λέξη:
νεφελώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
grumset, mørk, okular, skum, sløv
Σχετικές λέξεις:
δανική νεφελώδης, νεφελώδησ λεοπάρδαλη, νεφελώδης καιρός, νεφελώδης στα δανική, grumset στα ελληνικά
νεφελώδης στα δανική