lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πράγμα στα νορβηγικά

Λέξη:
πράγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (16):
disiplin, emne, fag, forretning, føremål, gjenstand, greie, hensikt, mål, objekt, sak, skolefag, subjekt, tema, ting, tingest
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά πράγμα, πράγμα συνώνυμα, πράγμα στα λατινικά, πράγμα από ω, πράγμα από υ, πράγμα από ι, πράγμα στα νορβηγικά, disiplin στα ελληνικά
πράγμα στα νορβηγικά