lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πράγμα στα ουκρανικά

Λέξη:
πράγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (24):
бізнес, вершник, висновок, додаток, діловий, заперечити, заперечувати, колектив, коліно, корпус, мета, орган, організація, поправка, предмет, річ, суперечити, тема, труп, туди, тулуб, тіло, явище, іменник
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πράγμα, πράγμα συνώνυμα, πράγμα στα λατινικά, πράγμα από ω, πράγμα από υ, πράγμα από ι, πράγμα στα ουκρανικά, бізнес στα ελληνικά
πράγμα στα ουκρανικά