lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντίρρηση στα ουγγρική

Λέξη:
αντίρρηση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
ellenvetés, ellenkezés, ellenzék, ellenzés, kifogás, szemrehányás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αντίρρηση, αντίρρηση συνώνυμο, αντίρρηση συνείδησης, αντίρρηση σημασία, αντίρρηση ετυμολογία, αντίρρηση english, αντίρρηση στα ουγγρική, ellenvetés στα ελληνικά
αντίρρηση στα ουγγρική