lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αστείο στα ουγγρική

Λέξη:
αστείο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
aranyköpés, elmésség, intelligencia, szellemesség, tréfa, vicc
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αστείο, αστείο ποδόσφαιρο, αστείο ποίημα, αστείο παλαβός, αστείο γιάννησ παλαβόσ, αστείο γιάννης παλαβός νεφέλη, αστείο στα ουγγρική, aranyköpés στα ελληνικά
αστείο στα ουγγρική