lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γεννήτρια στα ουγγρική

Λέξη:
γεννήτρια (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
dinamó, generátor
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική γεννήτρια, γεννήτρια υδρογόνου, γεννήτρια τυχαίων αριθμών, γεννήτρια συστημάτων στοιχήματος, γεννήτρια ρεύματος, γεννήτρια πετρελαίου μεταχειρισμένη, γεννήτρια στα ουγγρική, dinamó στα ελληνικά
γεννήτρια στα ουγγρική