lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δόλωμα στα ουγγρική

Λέξη:
δόλωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
csábítás, csali, elcsábítás, kísértés, csalétek
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική δόλωμα, δόλωμα φαραώ video, δόλωμα φαραώ, δόλωμα σωλήνας, δόλωμα σαρδέλα, δόλωμα μπικατίνι, δόλωμα στα ουγγρική, csábítás στα ελληνικά
δόλωμα στα ουγγρική