lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μιλώ στα ουγγρική

Λέξη:
μιλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (9):
dumál, fecsegni, beszélni, mondani, szólni, megszólalni, szónokolni, beszélget, beszélgetni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μιλώ, μιλώ σου με τα μάτια μου κι αυτό νομίζω φτάνει, μιλώ σου με τα μάτια μου, μιλώ μιλώ στίχοι, μιλώ μιλώ, μιλώ με τα βουνά, μιλώ στα ουγγρική, dumál στα ελληνικά
μιλώ στα ουγγρική