προοδευτικός στα αγγλικά προοδευτικός στα τσεχική προοδευτικός στα γερμανικά προοδευτικός στα δανική προοδευτικός στα ισπανικά προοδευτικός στα γαλλικά προοδευτικός στα ιταλικά προοδευτικός στα νορβηγικά προοδευτικός στα ρωσικά προοδευτικός στα λευκορωσίας προοδευτικός στα φινλανδικά προοδευτικός στα κροατικά προοδευτικός στα ρουμανική προοδευτικός στα ουκρανικά προοδευτικός στα πολωνική
κενό στα νορβηγικά φιλοδοξία στα πολωνική τηγανίζω στα πολωνική αιώνιος στα φινλανδικά ασηπτικός στα γερμανικά
αιώνιοσ δείπνοσ τηγανίζω ονειροκρίτης κενό μόρφημα φιλοδοξία ορισμός