lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνάλλαγμα στα ουγγρική

Λέξη:
συνάλλαγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (8):
árucsere, átváltás, csere, kicserélés, pénzváltás, váltás, cserél, kicserélni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική συνάλλαγμα, συνάλλαγμα τράπεζα πειραιώς, συνάλλαγμα τράπεζα ελλάδος, συνάλλαγμα πειραιώς, συνάλλαγμα εθνική, συνάλλαγμα για αγγλία, συνάλλαγμα στα ουγγρική, árucsere στα ελληνικά
συνάλλαγμα στα ουγγρική