lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ένταση στα ουκρανικά

Λέξη:
ένταση (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
міцність, міць, напруга, напруження, напруженість, напружити, напружитися, напружувати, напружуватися, натяг, натягати, натягнути, натягти, натягування, натягувати, обмеження, похилений, примус, сила, інтенсивність
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ένταση, ένταση ταινία, ένταση συνώνυμο, ένταση σεισμού, ένταση ρεύματος, ένταση μαγνητικού πεδίου, ένταση στα ουκρανικά, міцність στα ελληνικά
ένταση στα ουκρανικά