lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακτινοβολία στα ουκρανικά

Λέξη:
ακτινοβολία (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
випромінювання, променева, променевий, радіаційний, радіація
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ακτινοβολία, ακτινοβολία υποβάθρου, ακτινοβολία σύγχροτρον, ακτινοβολία πέδησης, ακτινοβολία κινητών, ακτινοβολία για καρκίνο, ακτινοβολία στα ουκρανικά, випромінювання στα ελληνικά
ακτινοβολία στα ουκρανικά