lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανάφλεξη στα ουκρανικά

Λέξη:
ανάφλεξη (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
загорітися, запалення
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ανάφλεξη, ηλεκτρονική ανάφλεξη, αυτόματη ανάφλεξη, ανάφλεξη – λίαν εύφλεκτο λυρικό υλικό, ανάφλεξη υδρογόνου, ανάφλεξη συνέντευξη, ανάφλεξη στα ουκρανικά, загорітися στα ελληνικά
ανάφλεξη στα ουκρανικά