lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναπληρωτής στα ουκρανικά

Λέξη:
αναπληρωτής (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (24):
асистент, додатковий, допоміжний, другий, другорядний, маріонетка, мат, однокласник, по-друге, повторний, помічник, прибічник, прислужник, підкріпити, підкріпляти, підсобний, підтримати, підтримувати, секунда, співкурсник, співробітник, товариш, товаришка, учасник
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αναπληρωτής, αναπληρωτής υπουργός οικονομικών, αναπληρωτής υπουργός εσωτερικών, αναπληρωτής υπουργός, αναπληρωτής πρωθυπουργός, αναπληρωτής προϊστάμενος, αναπληρωτής στα ουκρανικά, асистент στα ελληνικά
αναπληρωτής στα ουκρανικά