lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανθίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
ανθίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (9):
виконайтеся, вчинити, вчиняти, зайнятися, зробити, квітнути, процвітати, процвітіть, робити
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ανθίζω, ανθίζω συνώνυμο, ανθίζω συνώνυμα, ανθίζω στα αγγλικά, ανθίζω λίγο ακόμα, ανθίζω στα ουκρανικά, виконайтеся στα ελληνικά
ανθίζω στα ουκρανικά