lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποβάθρα στα ουκρανικά

Λέξη:
αποβάθρα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
док, дока, докою, бухта, дамба, набережна, насип, прийом, причал, секція
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αποβάθρα, ονειροκρίτης αποβάθρα, δυτική αποβάθρα, αποβάθρα ψαράδων, αποβάθρα στα γαλλικά, αποβάθρα σημασία, αποβάθρα στα ουκρανικά, док στα ελληνικά
αποβάθρα στα ουκρανικά