lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόπειρα στα ουκρανικά

Λέξη:
απόπειρα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
вивчати, випробовування, випробування, вихор, вступ, відвідування, заряджений, зонд, зусилля, налагоджування, намагання, постріл, початок, репетиція, спроба, спробний, стажування, стрілець, увертюра, іспит
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά απόπειρα, απόπειρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης, απόπειρα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς, απόπειρα δολοφονίας του επιχειρηματία βαρδή βαρδινογιάννη με τρεις ρουκέτες, απόπειρα δολοφονίας του επιχειρηματία βαρδή βαρδινογιάννη, απόπειρα δολοφονίας βενιζέλου, απόπειρα στα ουκρανικά, вивчати στα ελληνικά
απόπειρα στα ουκρανικά