lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυθεντικός στα νορβηγικά

Λέξη:
αυθεντικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (19):
autentisk, egentlig, ekte, gedigen, genuin, ordholden, plausibel, pur, real, rett, riktig, sann, sannferdig, trolig, troverdig, trygg, verklig, virkelig, viss
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αυθεντικός, αυθεντικός τσελεμεντές, αυθεντικός συνώνυμο, αυθεντικός μαραθώνιος, αυθεντικός ιρλανδέζικος καφές, αυθεντικός αντωνυμο, αυθεντικός στα νορβηγικά, autentisk στα ελληνικά
αυθεντικός στα νορβηγικά