lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αρχάριος στα ουκρανικά

Λέξη:
αρχάριος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (14):
багажник, вербувати, грифон, джип, завербувати, неофіт, новак, новачок, новобранець, початківець, призовник, рекрут, черевик, чобіт
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αρχάριος, ψαροντούφεκο αρχάριοσ, τρέξιμο αρχάριοσ, ο αρχάριος, αρχάριος φωτογραφος, αρχάριος συνώνυμα, αρχάριος στα ουκρανικά, багажник στα ελληνικά
αρχάριος στα ουκρανικά