lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ασθενής στα ουκρανικά

Λέξη:
ασθενής (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
терпеливий, терплячий, тривалість, хворий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ασθενής, ασθενής του βερολίνου, ασθενής σε καταστολή, ασθενής πυρηνική δύναμη, ασθενής οντότητα, ασθενής με aids λιώνει σαν το κερί, ασθενής στα ουκρανικά, терпеливий στα ελληνικά
ασθενής στα ουκρανικά