lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ατμός στα ουκρανικά

Λέξη:
ατμός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
двійка, змагання, матч, пар, пара, пари, пару, пасувати, пі-ара, підвіска, рівня, співробітник, сірник, тет-а-тет, товариш
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ατμός, υπέρθερμοσ ατμόσ, υγρός ατμός, ξυλολέβητας ατμός, λέβητες ατμός, κορεσμένος ατμός, ατμός στα ουκρανικά, двійка στα ελληνικά
ατμός στα ουκρανικά