lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράλογος στα σουηδικά

Λέξη:
παράλογος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (17):
absurd, befängd, dill, dum, enfaldig, fånig, fåret, intetsägande, larvig, löjlig, meningslös, narraktig, nonsens, orimlig, sludder, tokig, tull
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά παράλογος, παράλογος συνώνυμο, παράλογος συνώνυμα, παράλογος στα αγγλικά, παράλογος λεξικο, παράλογος αγγλικά, παράλογος στα σουηδικά, absurd στα ελληνικά
παράλογος στα σουηδικά