lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ατσάλι στα ουκρανικά

Λέξη:
ατσάλι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
крицю, криця, сталь
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ατσάλι, ατσάλι στα αγγλικά, ατσάλι και άνεμος, ατσάλι δαμασκού, ατσάλι για μαχαίρι, ατσάλι από τη δαμασκό, ατσάλι στα ουκρανικά, крицю στα ελληνικά
ατσάλι στα ουκρανικά