lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βελούδο στα ουκρανικά

Λέξη:
βελούδο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
бархат, оксамит
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βελούδο, βελούδο με το μέτρο, βελούδο από μεταξύ, βελούδο από μετάξι σειρά, βελούδο από μετάξι επεισόδιο 17, βελούδο από μετάξι επεισόδιο 1, βελούδο στα ουκρανικά, бархат στα ελληνικά
βελούδο στα ουκρανικά