lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βιασύνη στα ουκρανικά

Λέξη:
βιασύνη (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
випрасувати, давити, експедиція, кидатися, кинутися, линути, мчати, мчатися, надавити, натиск, натиснути, помчати, поспіх, поспішність, прасувати, прес, преса, рвати, розрив, розривати, розірвати, сльоза, спішний, стиснути, тиснути, шелестіти
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βιασύνη, ονειροκρίτης βιασύνη, βιασύνη συνώνυμα, βιασύνη μεταφραση, βιασύνη ετυμολογία, βιασύνη αποφθέγματα, βιασύνη στα ουκρανικά, випрасувати στα ελληνικά
βιασύνη στα ουκρανικά